Select Page

Εξάρθρημα επιγονατίδας

εξάρθρημα επιγονατίδας

Τι ορίζεται ως εξάρθρημα επιγονατίδας;

Το εξάρθρημα επιγονατίδας αποτελεί μια κάκωση κατά την οποία η επιγονατίδα μετατοπίζεται από τη φυσιολογική της θέση. Υπό φυσιολογικές συνθήκες, η επιγονατίδα κινείται ομαλά μέσα σε μια αύλακα, την μηριαία τροχιλία, καθώς το γόνατο κάμπτεται και εκτείνεται.

Όταν συμβεί εξάρθρημα, η επιγονατίδα εξωθείται από την αύλακα, σχεδόν πάντα προς τα έξω και παύει να ευθυγραμμίζεται με την υπόλοιπη άρθρωση. Η κάκωση αυτή προκαλεί έντονο πόνο, παραμόρφωση και λειτουργική ανικανότητα. Συνήθως η ανάταξη γίνεται στο νοσοκομείο, αν και σε κάποιες περιπτώσεις η επιγονατίδα επανέρχεται αυτόματα στη θέση της. Μετά το πρώτο εξάρθρημα ο ασθενής πρέπει να απευθυνθεί σε έναν ορθοπαιδικό.

 

Λίγα λόγια για την επιγονατίδα

Η επιγονατίδα είναι ένα τριγωνικό οστό που εντοπίζεται στην πρόσθια επιφάνεια της άρθρωσης του γόνατος και αποτελεί το μεγαλύτερο σησαμοειδές οστό του ανθρώπινου σώματος. Ενσωματώνεται στον τένοντα του τετρακέφαλου μηριαίου μυός και διαδραματίζει καθοριστικό ρόλο στη λειτουργία της έκτασης του γόνατος.

Κατά την κάμψη και έκταση της άρθρωσης, η επιγονατίδα ολισθαίνει εντός της μηριαίας τροχιλίας, μιας αύλακας στο πρόσθιο τμήμα του μηριαίου οστού. Η σταθερότητά της εξαρτάται από την αλληλεπίδραση οστικών μορφολογικών χαρακτηριστικών, περιαρθρικών συνδέσμων και δυναμικών σταθεροποιητικών μηχανισμών, όπως οι μυς του τετρακεφάλου , ο έσω και έξω πλατύς μυς. Η ομαλή και σταθερή κίνηση της επιγονατίδας είναι ουσιώδης για την αρμονική λειτουργία του γόνατος.

 

Εξάρθρημα επιγονατίδας: Αίτια & Προδιαθεσικοί παράγοντες

Το εξάρθρημα της επιγονατίδας μπορεί να προκύψει έπειτα από έναν άμεσο τραυματισμό. Συχνή αιτία αποτελεί ένα άμεσο χτύπημα στο λυγισμένο γόνατο, όπως σε περίπτωση πτώσης ή σύγκρουσης, καθώς και μια απότομη αλλαγή κατεύθυνσης του σώματος, κατά την οποία το γόνατο είναι σε μέτρια κάμψη και το πόδι παραμένει σταθερό στο έδαφος.

Ωστόσο, το εξάρθρημα δεν προκαλείται πάντα από εξωτερικό παράγοντα. Υπάρχουν άτομα που εμφανίζουν προδιάθεση για εξάρθρημα επιγονατίδας, είτε λόγω χαλαρότητας στους συνδέσμους και τους τένοντες που τη συγκρατούν, είτε εξαιτίας ανατομικών ιδιαιτεροτήτων, όπως η συγγενής δυσπλασία της τροχιλίας.

Στις περιπτώσεις αυτές, η επιγονατίδα μπορεί να μετατοπιστεί πιο εύκολα, ακόμη και με απλές καθημερινές κινήσεις, όπως ο χορός ή το κατέβασμα σκάλας. Το γεγονός αυτό αυξάνει τον κίνδυνο υποτροπών και χρόνιων προβλημάτων στην άρθρωση του γόνατος.

Ποιοι είναι πιο επιρρεπείς στην εμφάνιση εξαρθρήματος επιγονατίδας;

Αν και το εξάρθρημα επιγονατίδας μπορεί να προκύψει σε οποιοδήποτε άτομο έπειτα από τραυματικό συμβάν, ορισμένες ομάδες έχουν περισσότερες πιθανότητες.

Ειδικότερα, οι ομάδες αυτές είναι:

  • Αθλητές: ιδιαίτερα όσοι συμμετέχουν σε αθλήματα υψηλής έντασης ή με επαναλαμβανόμενες στροφικές κινήσεις.
  • Χορευτές: λόγω των συχνών δυναμικών αλλαγών κατεύθυνσης εκτίθενται σε αυξημένο κίνδυνο εξαρθρήματος.
  • Έφηβοι: η χαλαρότητα των συνδέσμων και η αστάθεια των αρθρώσεων αποτελούν συχνούς επιβαρυντικούς παράγοντες.
  • Γυναίκες: το γυναικείο φύλο είναι πιο επιρρεπές εξαιτίας ανατομικών αιτιών.
  • Άτομα με αυξημένο σωματικό βάρος ή ύψος: οι αυξημένες μηχανικές καταπονήσεις στις αρθρώσεις του κάτω άκρου συμβάλλουν στην αποσταθεροποίηση της επιγονατίδας.

Με ποια συμπτώματα εμφανίζεται το εξάρθρημα επιγονατίδας;

Η εξάρθρωση της επιγονατίδας συνοδεύεται από χαρακτηριστικά συμπτώματα, τα οποία εκδηλώνονται άμεσα μετά τον τραυματισμό. Ο έντονος πόνος στην πρόσθια επιφάνεια του γόνατος είναι συνήθως το πρώτο και πιο έντονο σύμπτωμα. Ο πόνος συχνά συνοδεύεται από ορατή παραμόρφωση ή μετατόπιση της επιγονατίδας.

Στις περισσότερες περιπτώσεις αναπτύσσεται οίδημα στην περιοχή και αίμαρθρο, ενώ η κινητικότητα της άρθρωσης περιορίζεται σημαντικά. Η βάδιση καθίσταται αδύνατη ή ιδιαίτερα επώδυνη, ενώ συχνά παρατηρείται  και δυσκαμψία του γόνατος.

Αξίζει να σημειωθεί ότι, ακόμη και μετά την αποκατάσταση του εξαρθρήματος, ορισμένοι ασθενείς αναφέρουν αίσθημα αστάθειας ή «χαλαρότητας» στην επιγονατίδα, γεγονός που σχετίζεται με την τραυματική βλάβη των σταθεροποιητικών δομών και ενδεχόμενη επιμονή της μηχανικής αστάθειας.

Πώς πραγματοποιείται η διάγνωση;

Η κλινική αξιολόγηση από ορθοπαιδικό είναι απαραίτητη προκειμένου να καθοριστεί η βαρύτητα της κάκωσης. Ο ιατρός εξετάζει την άρθρωση του γόνατος, χρησιμοποιώντας εξειδικευμένες δοκιμασίες για την εκτίμηση της σταθερότητας της επιγονατίδας και των πέριξ συνδεσμικών δομών.

Ανάλογα με τα ευρήματα, μπορεί να κριθεί αναγκαία η διενέργεια απεικονιστικού ελέγχου. Μέσω των απεικονιστικών εξετάσεων απεικονίζονται με ακρίβεια πιθανές ενδοαρθρικές βλάβες που προκαλούνται ή σχετίζονται με το εξάρθρημα.

 

Εξάρθρημα επιγονατίδας & Θεραπεία

Η αντιμετώπιση του εξαρθρήματος επιγονατίδας ξεκινά με άμεση αποφόρτιση του σκέλους και διακοπή κάθε φυσικής δραστηριότητας, ώστε να αποφευχθεί επιδείνωση της κάκωσης.

Η εφαρμογή πάγου και η λήψη μη στεροειδών αντιφλεγμονωδών φαρμάκων συμβάλλουν στη μείωση του πόνου και του οιδήματος. Στο οξύ στάδιο, ο θεράπων ιατρός προβαίνει στην κλειστή  ανάταξη της επιγονατίδας . Κατά την κλειστή ανάταξη η επιγονατίδα επανέρχεται στη φυσιολογική της θέση, συχνά με τη βοήθεια αναλγησίας ή ελαφράς καταστολής.

Μετά την ανάταξη, η άρθρωση σταθεροποιείται με την τοποθέτηση νάρθηκα. Η χρήση βακτηριών ενδείκνυται για την αποφυγή φόρτισης του σκέλους.

Ο έλεγχος με ακτινογραφίες και Μαγνητική τομογραφία είναι απαραίτητος για τον καθορισμό συνοδών βλαβών ( οστεοχόνδρινα κατάγματα, οστική θλάση-οίδημα, ρήξη του έσω επιγονατιδομηριαίου συνδέσμου MPFL, αίμαρθρο, ρήξη μηνίσκων ή χιαστών συνδέσμων και παρουσία ελεύθερων οστεοχόνδρινων τεμαχίων) που χρήζουν αντιμετώπισης.

Η φυσικοθεραπεία παίζει καίριο ρόλο στη θεραπευτική προσέγγιση. Ειδικότερα, συμβάλλει στην ενδυνάμωση των μυών που σταθεροποιούν την επιγονατίδα και στην επαναφορά της λειτουργικότητας του γόνατος.

Σε περιπτώσεις όπου συνυπάρχουν σοβαρές συνοδές βλάβες ή όταν το εξάρθρημα είναι υποτροπιάζον, ενδέχεται να απαιτηθεί χειρουργική αποκατάσταση.

Το είδος της επέμβασης καθορίζεται με βάση τα ανατομικά χαρακτηριστικά και τα αίτια της αστάθειας. Στόχος των επεμβάσεων είναι η  ενίσχυση των σταθεροποιητικών δομών της επιγονατίδας. Μετεγχειρητικά, εφαρμόζεται εξατομικευμένο πρόγραμμα αποκατάστασης, προσαρμοσμένο στην τεχνική που εφαρμόστηκε για την αντιμετώπιση του εξαρθρήματος.

 

Εάν εμφανίζετε κάποιο από τα παραπάνω συμπτώματα, θα πρέπει να απευθυνθείτε άμεσα σε έναν εξειδικευμένο Ορθοπαιδικό. Ο Χειρουργός Ορθοπαιδικός-Τραυματιολόγος Νικόλαος Κωνσταντίνου, έχοντας μεγάλη εμπειρία σε ορθοπαιδικά ζητήματα βρίσκεται στη διάθεσή σας για να σας παρέχει εξατομικευμένη διάγνωση και θεραπεία. Επικοινωνήστε μαζί μας και κλείστε το ραντεβού σας.

 

Τα συχνότερα συμπτώματα περιλαμβάνουν έντονο πόνο στην πρόσθια επιφάνεια του γόνατος, οίδημα, αδυναμία βάδισης και ορατή μετατόπιση της επιγονατίδας, τις περισσότερες φορές προς τα έξω. Μετά από ανάταξη, είναι δυνατόν να παραμείνει αίσθημα αστάθειας.

Η διάγνωση βασίζεται αρχικά στην κλινική εξέταση, με αξιολόγηση της κινητικότητας και της σταθερότητας της  άρθρωσης. Στη συνέχεια, για την πληρέστερη εκτίμηση της κάκωσης, ενδείκνυται η διενέργεια απεικονιστικού ελέγχου.

Η συντηρητική αντιμετώπιση περιλαμβάνει ανάπαυση, αποφόρτιση, εφαρμογή νάρθηκα και φυσικοθεραπεία. Εφαρμόζεται κυρίως σε περιστατικά χωρίς συνοδές κακώσεις ή χωρίς ιστορικό υποτροπών.

Η χειρουργική αντιμετώπιση του εξαρθρήματος της επιγονατίδας εξετάζεται όταν παραμένει αστάθεια της επιγονατίδας μετά από συντηρητική αγωγή, όταν υπάρχει σοβαρή βλάβη στη μηριαία τροχιλία ή όταν εντοπίζεται αποσπασμένο οστεοχόνδρινο τεμάχιο.

Η αποκατάσταση στοχεύει στην ενίσχυση των σταθεροποιητικών μηχανισμών της επιγονατίδας. Κατά τη διάρκεια της αποθεραπείας, εφαρμόζεται εξατομικευμένο πρόγραμμα φυσικοθεραπείας, είτε μετά από συντηρητική είτε μετά από χειρουργική αντιμετώπιση.